Ανάπτυξη ψυχοσωματικών ασθενειών

Ο σύγχρονος τρόπος ζωής που επιβάλλει υψηλή αποδοτικότητα και γρήγορους ρυθμούς ζωής, αυξανόμενες απαιτήσεις σε όλους τους τομείς, φυσική και πνευματική κόπωση και τελικά αποξενωμένες προσωπικές σχέσεις, καλλιεργεί τη «μηχανιστική» σκέψη. Πολλές φορές το άτομο, μοιάζει φυσιολογικό και κοινωνικά προσαρμοσμένο, αλλά στερείται φαντασίας, ονειροπόλησης, έχει φτωχές διαπροσωπικές σχέσεις και ο λόγος του είναι στερημένος συναισθημάτων. Σε αυτό το πλαίσιο τα συναισθήματα και οι εσωτερικές συγκρούσεις που βιώνει το άτομο και σχετίζονται με παλιότερα τραυματικά κατάλοιπα, αλλά και δυσκολίες του παρόντος, συχνά παραγνωρίζονται. Οι ψυχικές δυσκολίες που δεν γίνονται αντικείμενο επεξεργασίας σε πολλές περιπτώσεις  μεταφέρονται στο σώμα με τη μορφή  ψυχοσωματικών συμπτωμάτων και πιθανόν οδηγούν στην ανάπτυξη ψυχοσωματικών διαταραχών.

Πειραματικές έρευνες έχουν καταδείξει τη σύνδεση του ψυχικού και του οργανικού παράγοντα, για παράδειγμα μέσω του νευρικού συστήματος. Οι Wolf & Wolf παρατήρησαν ασθενείς που έπασχαν από αιμορραγική κολίτιδα στην οποία έπαιζαν ρόλο οι ψυχολογικοί παράγοντες. Τα αποτελέσματα ήταν θεαματικά και έδειξαν ότι σε περιόδους που οι ασθενείς ήταν ήρεμοι ψυχολογικά, το έντερο ήταν μη αιμορραγούν, ακίνητο, με πτωχές εκκρίσεις. Αντίθετα, σε περιόδους συγκινησιακών επιθέσεων, το ορθόν ήταν ερυθρό, υπερκινητικό και καλυπτόταν από παχύ στρώμα λυσοζύμης. Όταν οι επιθέσεις μάλιστα, ήταν μακράς διάρκειας εμφανίζονταν αιμορραγίες και έλκη.

Τα συναισθήματα έχει φανεί ότι μπορούν να επηρεάσουν ποικιλοτρόπως το σώμα, π.χ. τις εκκρίσεις των αδένων, το μεταβολισμό, τον καρδιακό ρυθμό και το ρυθμό της αναπνοής, την πίεση του αίματος, τη σπλαχνική λειτουργία και τη ρύθμιση του ανοσολογικού συστήματος. Πολλές περιπτώσεις συχνών αλλά και σπανιότερων ασθενειών έχουν και ψυχολογική βάση. Μικροβιακές και ιογενείς ασθένειες, αλλεργίες, αναπνευστικά και δερματικά προβλήματα, στομαχικές διαταραχές, αυτοάνοσες νόσοι είναι παραδείγματα ψυχοσωματικών ασθενειών, ασθενειών δηλαδή όπου ο ψυχολογικός παράγοντας παίζει καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη και συντήρηση της διαταραχής. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, αναμένεται ότι μέχρι το 2020 οι ψυχοσωματικές διαταραχές θα αποτελούν το κυρίαρχο πρόβλημα υγείας.

Η κλασσική ιατρική προσέγγιση είναι αρκετή;

Η επιστημονική και τεχνολογική εξέλιξη, η εξειδικευμένη ιατρική γνώση τα τελευταία 100 χρόνια έχει δημιουργήσει τις προϋποθέσεις  ώστε η παραδοσιακή επιστημονική ιατρική διάγνωση με τον καθορισμό της σχετικής θεραπείας, να φέρνουν σημαντικά αποτελέσματα. Το προσδόκιμο ζωής έχει ανέβει θεαματικά. Τι γίνεται όμως με την ποιότητα της ζωής; Στόχος της ιατρικής, όπως αναφέρουν οι Miles & Mezzich, πέραν της ιατρικής θεραπείας (cure) είναι η ιατρική φροντίδα (care), που είναι εξίσου σημαντική. Η εξέλιξη στις θεραπείες δεν μπορεί και δεν πρέπει να αποκλείσει τη συνολικότερη ψυχολογική και σωματική φροντίδα του ασθενούς. Ωστόσο, πώς γίνεται μέσα σε ένα σύστημα υγείας συχνά απρόσωπο, κατακερματισμένο και μηχανιστικό, όπου ο ιατρός υποαμοίβεται και καλείται να παλέψει με τη σωματική και ψυχική κόπωση να φροντίσει πραγματικά τον ασθενή του; Τι γίνεται με τους ανθρώπους που ασθενούν οι ίδιοι και όχι απαραίτητα κάποιο ξεχωριστό όργανο; Τι γίνεται με όσους επανέρχονται στον ιατρό ή στο νοσοκομείο κατά καιρούς, παρουσιάζοντας ποικίλες σωματικές παθήσεις ή εμμένουσες σωματικές ενοχλήσεις, που έχουν ψυχοσωματική βάση; Κατά πόσο η εκπαίδευση που λαμβάνουν οι γιατροί τους επιτρέπει να αναγνωρίζουν και να ανταποκρίνονται σε περιπτώσεις που το σωματικό πρόβλημα συνδέεται και με άλλους ψυχολογικούς και κοινωνικούς παράγοντες;

Ο σύγχρονος προσανατολισμός της ιατρικής αφορά στην επιστημονική εξειδίκευση, τη διάγνωση και θεραπεία εντοπισμένων ασθενειών σε όργανα, οργανικά συστήματα ή μερικές λειτουργίες του σώματος, εξαιρώντας τους μη βιολογικούς παράγοντες στην ανάπτυξη και συντήρηση μιας ασθένειας. Η ασθένεια θεωρείται σαν ένα «ατύχημα» που συμβαίνει στον άνθρωπο και δεν συνδέεται με την ιστορία του. Έτσι, τα νευρωτικά συμπτώματα που παρουσιάζουν οι ψυχοσωματικοί ασθενείς είναι πολύ πιθανό να παραγνωριστούν και ο γιατρός να προχωρήσει σε άσκοπες, εξονυχιστικές ιατρικές εξετάσεις για τον αποκλεισμό κάθε πιθανής αιτίας. Οι εξετάσεις αυτές έχουν βαρύ οικονομικό και ψυχολογικό κόστος και ενδέχεται το άτομο τελικά να οργανώσει μια ψυχοσωματική ασθένεια γύρω από κάποιο επουσιώδες κλινικό εύρημα. Ο ασθενής θα υποβάλλεται σε συνεχείς θεραπείες, οι ενδοψυχικές συγκρούσεις θα παραμένουν και η ασθένεια θα γίνει χρόνια.

Η ψυχοσωματική ιατρική

Στον αντίποδα, η ψυχοσωματική ιατρική είναι μια εναλλακτική οπτική αναφορικά με την παθογένεση και διατήρηση σωματικών συμπτωμάτων και ασθενειών, η οποία θέτει στο επίκεντρο την εξέταση των ψυχολογικών και κοινωνικών παραγόντων ως εξίσου σημαντικών με τους βιολογικούς. Η ίδια η λέξη, σύνθετη των λέξεων ψυχή και σώμα υποδηλώνει τη θεμελιακή ψυχοσωματική ενότητα του ανθρώπου. Η ψυχοσωματική ιατρική επαναφέρει στο προσκήνιο μια ολιστική προσέγγιση στη θεώρηση της υγείας και της ασθένειας. Πρόκειται για μια συνθετική θεώρηση, η οποία γεφυρώνει το χάσμα μεταξύ πνεύματος και σώματος. Βασική παραδοχή της αποτελεί η άρρηκτη σύνδεση σώματος- ψυχής-περιβάλλοντος. Ο ανθρώπινος οργανισμός θεωρείται μια ενιαία ψυχοβιολογική οντότητα. Η ασθένεια αντιμετωπίζεται σαν ένα στάδιο της εξέλιξης του ατόμου που έχει κάποιο νόημα. Η ανάδειξη του νοήματος που έχει για το άτομο η ασθένεια, θα βοηθήσει στη θεραπεία της ψυχοσωματικής ασθένειας. Το σύμπτωμα υποδηλώνει συχνά τη διαταραγμένη σχέση του ατόμου με το περιβάλλον του και η θεραπεία προκειμένου να είναι αποτελεσματική, χρειάζεται να βοηθήσει και προς αυτή την κατεύθυνση.

Ο γιατρός λοιπόν, πέρα από την παραδοσιακή ιατρική διάγνωση χρειάζεται να εξετάσει συνολικότερα τον ασθενή, προκειμένου να εντοπίσει ακριβώς το πρόβλημα. Μια από τις βασικές έννοιες που εισήγαγε ο Michael Balint, Ούγγρος γιατρός και ψυχαναλυτής, ήταν η «overall diagnosis». Μια «συνολική» και εις βάθος διάγνωση δηλαδή, που είναι εξίσου αναγκαία. Αυτή η εξέταση θα αναδείξει το νόημα πίσω από το σύμπτωμα και θα βοηθήσει τόσο τον γιατρό όσο και τον ασθενή να κατανοήσουν τα αίτια της ψυχοσωματικής διαταραχής και να την αντιμετωπίσουν αποτελεσματικότερα. Η συνολική διάγνωση και η σχετική θεραπεία βρίσκονται στην καρδιά της εφαρμογής της ψυχοσωματικής ιατρικής. Αυτή η προσέγγιση βάζει στο επίκεντρο τον ασθενή ως άνθρωπο με τις ιδιαίτερες ψυχοκοινωνικές του ανάγκες, όχι αποκλειστικά ως  φορέα μιας ασθένειας. Η ψυχοσωματική προσέγγιση βασίζεται εν πολλοίς στη σχέση που θα αναπτυχθεί ανάμεσα στον γιατρό και τον ασθενή. Μια σχέση ισοτιμίας και εμπιστοσύνης, που θα επιτρέψει στον ασθενή να μιλήσει για το πρόβλημά του και στον γιατρό να αποκτήσει μια ουσιαστικότερη αντίληψη του τι του συμβαίνει.

Η ψυχοσωματική προσέγγιση ενθαρρύνει το γιατρό να καλλιεργήσει την ψυχολογική του σκέψη, να προβληματίζεται πάνω στην ψυχοσωματική φύση των σωματικών καταστάσεων, αλλά και τις ψυχολογικές προεκτάσεις κάθε ασθένειας ανεξαρτήτως αιτιολογίας. Να μπορεί να καλλιεργήσει μια πραγματική επαφή με τον ασθενή, που θα αποκαλύψει τα σωματικά συμπτώματα, αλλά και τα υποκείμενα ψυχολογικά αίτια της ασθένειας. Του επιτρέπει ακόμα να αναγνωρίζει τις περιπτώσεις εκείνες που χρειάζονται παραπομπή σε κάποιον ειδικό ψυχικής υγείας, ο οποίος θα μπορέσει αναλυτικότερα να επεξεργαστεί μαζί με τον ασθενή τη σχέση των συμπτωμάτων με την ψυχική του πραγματικότητα. Η προσέγγιση αυτή έχει θετικό αντίκτυπο στον ασθενή, ο οποίος νιώθει ότι τον καταλαβαίνουν, τον φροντίζουν ολόπλευρα, αισθάνεται το ενδιαφέρον του γιατρού, ο βαθμός συνειδητότητας αυξάνεται και ο φόβος και η αγωνία μειώνονται.

Βινιέτα

Στη βινιέτα που ακολουθεί από άρθρο του Μ. Μπάλιντ, The Other Part of Medicine, φαίνεται πώς η ψυχοσωματική ιατρική και η υιοθέτηση μιας ψυχολογικής ματιάς από τον θεράποντα ιατρό μπορεί να αναδείξει τα πραγματικά αίτια μιας σωματικής ασθένειας και να ανακουφίσει σημαντικά τον ασθενή.

Ο κ. Β, 53 ετών, είχε ένα μακρύ ιστορικό έλκους του δωδεκαδαχτύλου και άλλων σωματικών παθήσεων. Μέσα σε 6,5 χρόνια είχε πάρει αναρρωτική άδεια από τη δουλειά του 400 μέρες, είχε νοσηλευθεί 5 φορές συνολικά για 12 εβδομάδες και ο φάκελός του περιείχε 34 αναφορές ειδικών. Κάθε ένας είχε διακρίνει ορθώς ότι επρόκειτο για έναν νευρωτικό άντρα και είχε προχωρήσει στη θεραπεία καθενός από τα σωματικά του προβλήματα, τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, όπως αποδεικνυόταν από τις εξετάσεις. O γενικός γιατρός που τον παρακολουθούσε τα τελευταία 6,5 χρόνια, ξεκίνησε να συμμετέχει σε μια εποπτική ομάδα υποστήριξης ειδικών (ομάδα Balint), όπου ευαισθητοποιήθηκε στο να αναγνωρίζει και να επεξεργάζεται και με ψυχολογικό τρόπο τον ασθενή του, την ασθένεια που παρουσίαζε αλλά και την μεταξύ τους σχέση. Τότε αποφάσισε να κανονίσει μια αναλυτική ψυχολογική συνέντευξη με τον κ. Β, για να μπορέσει να κατανοήσει το νόημα των προβλημάτων του. Φάνηκε πως τα στομαχικά του προβλήματα άρχισαν μετά από μια δυσμενή μετάθεση που πήρε σε ένα απρόσωπο εργασιακό περιβάλλον. Γιατρός και ασθενής συνέδεσαν τις σωματικές διαταραχές με τη μεγάλη ψυχική δυσφορία του κ. Β στην εργασία του, καθώς στερούνταν της προσωπικής επαφής που είχε τόσο μεγάλη ανάγκη. Μετά την συγκεκριμένη συνάντηση ο ασθενής άλλαξε ως προς το ότι έγινε πιο συνεργάσιμος και λιγότερο γκρινιάρης προς το γιατρό, δεν πήρε καμία αναρρωτική άδεια μέσα στο επόμενο έτος και δεν έκανε κανένα επείγον νυχτερινό τηλεφώνημα στις σχετικές υπηρεσίες. Όταν μετά από ένα χρόνο, οι στομαχικοί πόνοι επιδεινώθηκαν και ο κ. Β επισκέφτηκε πάλι το γιατρό, εκείνος τον ρώτησε αν κάτι στη ζωή ή την εργασία του τον είχε δυσκολέψει. Η συνειδητοποίηση ότι οι δυσκολίες του συνδέονταν με την επερχόμενη αυτοματοποίηση των διαδικασιών στην δουλειά του, που θα σήμαινε ακόμη μεγαλύτερη αποπροσωποποίηση και αποξένωση, ο κ. Β φάνηκε πιο ανακουφισμένος, και έφυγε χωρίς να ζητήσει άλλη ιατρική συνταγή.

Φαίνεται λοιπόν, πώς η ψυχοσωματική προσέγγιση επιτρέπει στο γιατρό αλλά πρωτίστως στον ασθενή να αναγνωρίσει τους λόγους πίσω από τις σωματικές ενοχλήσεις, παρέχει ολόπλευρη φροντίδα και ανακούφιση και απαλλάσσει τον ασθενή από επίπονες και εξαντλητικές, συχνά άσκοπες εξετάσεις.

* Το άρθρο βασίζεται στην ομιλία της Λήδας Σεμιδαλά στο 2ο Συνέδριο Ψυχικής Υγείας στην Π.Φ.Υ. (Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας), με θέμα «Η Ψυχοσωματική Ιατρική και οι ομάδες Balint».

Βιβλιογραφία

Engel, G.L. (1966). Psychosomatic Research. A Collection of Papers. Psychoanal. Q., 35:611-615

Balint M. (1961). The other part of Medicine, Points of View, The Lancet

Balint M. (1964). The doctor, the patient and the illness. 2nd ed. London: Pitman

Balint, M. (1968). Medicine and Psychosomatic Medicine- New Possibilities in Training and Practice, Comprehensive Psychiatry, Vol. 9, No. 4

Bardes, C. (2012). Defining “Patient-Centered Medicine” N Engl J Med, 366: 782-783March 1

Boss, M. (1954). Mechanistic and Holistic Thinking in Modern Medicine. Am. J. Psychoanal., 14:48-54

Fritzsche K. et al. (2014). Psychosomatic Medicine in Primary Care Chapter 2 (eds) Psychosomatic Medicine New York

Kreisler L. (1994). Η ψυχοσωματική του παιδιού. Εκδ. Χατζηνικολή

Miles A. & Mezzich, E. (2011). The care of the patient and the soul of the clinic: person-centered medicine as an emergent model of modern clinical practice, The International Journal of Person Centered Medicine,Vol 1 Issue 2 pp 207-222

Otten, H. (2007). Psychosomatic Medicine and Balintwork: Luxury, nonsense or a reasonable way of thinking?, Psychosomatic Medicine Appelweg 21 D-29342 Wienhausen Germany

Wasilewski, B. (2011). Psychosomatics- how it should be understood nowadays. Archives of Psychiatry and Psychotherapy, 3: 41-48